Σκέδασος

Σκέδασος
Σκέδασος
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Σκέδασος — Γνωστός πολίτης των Λεύκτρων. Οι κόρες του βιάστηκαν από Λακεδαιμόνιους και αυτοκτόνησαν. Σύμφωνα με μια λαϊκή παράδοση, στο σημείο που θάφτηκαν, οι Λακεδαιμόνιοι έμελλε να πάθουν συμφορά, η οποία τελικά συνέβη στη μάχη των Λεύκτρων (371 π.Χ.),… …   Dictionary of Greek

  • Σκεδάσω — Σκέδασος masc nom/voc/acc dual Σκέδασος masc gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκεδάσου — Σκέδασος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκεδάσῳ — Σκέδασος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκέδασον — Σκέδασος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκέδασ' — Σκέδασε , Σκέδασος masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”